Σήμερα έπεσα πάνω στο ερειπωμένο, σαν απομεινάρι μιας φονικής επιδρομής ζόμπι, ξενοδοχείο Sans Rival, γωνία Λιοσίων & Κ. Παλαιολόγου & εκστασιασμένος απ’την spooky κομψότητά του, έψαξα & βρήκα το παρακάτω κείμενο από τον ιχνηλάτη της πόλης Νίκο Βατόπουλο στην Καθημερινή:
«Το ξενοδοχείο χτίστηκε με τον αέρα μιας μεγάλης λεωφόρου. Δεν φταίει που ορθώθηκε σε ένα πιο ταπεινό σταυροδρόμι, έχει όλα τα προσόντα για να αναπνέει έναν αέρα που παραπέμπει στην αύρα ενός κινηματογραφικού Hotel Budapest. Είναι κλειστό χρόνια τώρα, όσοι ανιχνεύουν την Αθήνα το φωτογραφίζουν & το μνημονεύουν, αλλά & αυτό, όπως ακούγεται, είναι έτοιμο για νέα ζωή. Το παρατηρώ & πάλι για να χορτάσω τη διακοσμητική του χάρη, σε εκείνη τη στροφή μιας συνοικιακής αρ νουβό με έναν επαναστατημένο, γεμάτο εξάρσεις εκλεκτικισμό. […]
Οι πρώτοι ιδιοκτήτες και διευθυντές, αδελφοί Νικ. Πολίτη ήταν προφανώς, & δικαίως, υπερήφανοι να διαφημίζουν το ξενοδοχείο τους πριν από περίπου 95 χρόνια ως «ένα μέγα ξενοδοχείο ύπνου» με 50 δωμάτια, που είχε χτιστεί εξαρχής γι’ αυτόν τον σκοπό, «μεγαλοπρεπές & εφάμιλλον των μεγάλων ευρωπαϊκών ξενοδοχείων». Σε όλα τα δωμάτια τρεχούμενο νερό & με δυνατότητα θερμού λουτρού. Σκέφτομαι το Sans Rival, εκεί στη γωνία με τα νεοκλασικά σπίτια της Κ. Παλαιολόγου, ολόφωτο το βράδυ, με τα αναγνωστήρια & τα καπνιστήριά του, με κουρείο ανδρών & κομμωτήριο γυναικών, με εστιατόριο «μετά τελειοτάτης ελληνικής και ευρωπαϊκής κουζίνας». Σκέφτομαι και την υπηρεσία που ήταν «προθυμοτάτη και γλωσσομαθής». Δυο βήματα από τον Σταθμό Λαρίσης & σχετικά κοντά στην Ομόνοια, το Sans Rival ήταν ένας αυτάρκης κόσμος που κατέρρευσε ολοσχερώς. Αναμένοντας μια νέα ζωή»
Αμήν…